Κυριακή 28 Μαΐου 2017

Ο Γιαννάκος


Ο Γιαννάκος. Μη ρωτάς ποιός ήταν, από πού καταγόταν, τί δουλειά έκανε, πώς ζούσε. Περιττά πράγματα. Ήταν ο Γιαννάκος. Τελεία και παύλα. Και αν αυτό μπορεί να μη σου λέει και πολλά, σε μας που τον ζήσαμε τα λέει όλα. Και τσαρλατάνος και χριστιανός, και θεομπαίχτης και θεοσεβούμενος και βλάσφημος, και δημοκράτης και εκπρόσωπος της επαναστάσεως, και καθοδηγητής και κατηχητής, και αρχηγός των προσκόπων, και προπονητής ποδοσφαίρου, και τελετάρχης, και σκηνοθέτης, και θεατρίνος, και διασκεδαστής, και κονφερανσιέ, και πατερούλης, ένας ολοκληρωμένος showman, μια ηγετική, χαρισματική φυσιογνωμία, μια καταλυτική παρουσία, ένας άνθρωπος ορχήστρα, το σήμα κατατεθέν της πόλης, ο κατά κόσμον Ιωάννης Κατσαντώνης, ο δικός μας Γιαννάκος. Πρωταγωνιστής στη δημόσια ζωή με όλες τις παραπάνω ιδιότητες, πρόσωπο αγαπητό και αποδεκτό από όλους, άνθρωπος με μεγάλες οργανωτικές ικανότητες και πληθωρική προσωπικότητα, έβαψε με λαμπερά χρώματα την καθημερινότητά μας και έδωσε στη μονότονη ζωή μας μοναδικές και ανεπανάληπτες στιγμές απόλαυσης, χαράς και γέλιου. Ιδιαίτερα σε μας, τους νέους του τότε, ο μοναδικός Γιαννάκος άφησε χρυσή παρακαταθήκη μια αστείρευτη δεξαμενή αναμνήσεων, από όπου κάθε φορά αντλούμε αποθέματα για να επιστρέφουμε πάλι και πάλι σε εκείνη την τρυφερή, την ξέγνοιαστη, την αθώα περίοδο της ζωής μας. Όλη η ζωή του Γιαννάκου ήταν μια ατέλειωτη και απολαυστική παράσταση. Η κορμοστασιά του, οι κινήσεις του, το βλέμμα του, το περπάτημά του, τα στραβά του πόδια, το τρέξιμό του, ο στόμφος και η αθυροστομία στα λεγόμενά του, παρέπεμπαν σε θεατρίνο που αναζητά διαρκώς το χειροκρότημα του κοινού. Στις εθνικές παρελάσεις, στις λαμπαδηδρομίες, στις θεατρικές πρόβες και παραστάσεις, στις εκδηλώσεις με θέμα την πολεμική αρετή των Ελλήνων στο στάδιο της πόλης, στις αναπαραστάσεις εθνικών ηρωικών πράξεων με κορυφαία την ανατίναξη στο Κούγκι, στις προσκοπικές δραστηριότητες, στις κατασκηνώσεις, στις αθλητικές εξορμήσεις σε άλλες πόλεις, στις κοσμικές εκδηλώσεις, στα παιχνίδια αναζήτησης του θησαυρού στους δρόμους και τα σοκάκια και στις κάθε λογής τελετές και απονομές, ο Γιαννάκος ήταν πάντα ο απόλυτος πρωταγωνιστής ενός θιάσου τον οποίο πλαισίωναν μονίμως ή εκτάκτως γνωστές και γραφικές φιγούρες της πόλης αλλά και όλοι εμείς οι υπόλοιποι. Το αποκορύφωμα όμως όλων των παραστάσεών του, το απόλυτο θεατρικό του έργο, το ανέβασε ο Γιάννος στον χώρο του ποδοσφαίρου. Εκεί πραγματικά έδωσε ρεσιτάλ πρωτοπορίας, ευρηματικότητας, αυτοσχεδιασμού και προσωπικής σφραγίδας. Εκεί ξεδίπλωσε το μοναδικό του ταλέντο αφού κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να αναδείξει το ποδόσφαιρο σε ένα κοινωνικό γεγονός υψηλής θέασης για ολόκληρη σχεδόν την πόλη, και συγχρόνως προήγαγε σε υψηλότερα αγωνιστικά επίπεδα τον Εθνικό, την αγαπημένη μας ομάδα, φθάνοντάς την μέχρι την Β’ εθνική κατηγορία. Ο Γιάννος ήταν προπονητής με δίπλωμα από σχολή της Γιουγκοσλαβίας, κάτι σπάνιο για την εποχή του. Υπερηφανευόταν να το λέει, πως μόνο αυτός και ο Λάκης Πετρόπουλος είχαν τέτοιο χαρτί. Και ήταν πρωτοπόρος. Κυκλοφορούσε με Ford Anglia, αυτοκίνητο ακριβό για την εποχή και με μια ειδική τσάντα που όταν την άνοιγε, ως δια μαγείας, σχηματιζόταν ένα μίνι γήπεδο ποδοσφαίρου, με ποδοσφαιριστές – μινιατούρες που κινούνταν πάνω του με μαγνήτες. Εκεί πάνω έδειχνε στους κατάπληκτους ποδοσφαιριστές του τα συστήματα που ήθελε να εφαρμόσουν. Και ήταν οργανωτικός. Μοίραζε ρόλους, έδινε εντολές και απαιτούσε σεβασμό και υπακοή. Και ήταν και αυταρχικός και αυστηρός με τους συνεργάτες του, ανθρώπους υποτακτικούς και πρόθυμους, στους οποίους ύψωνε τη φωνή και δεν σήκωνε δεύτερη κουβέντα. Πάνω από όλα όμως ήταν ΑΠΟΛΑΥΣΤΙΚΟΣ. Τι να πρωτοθυμηθούμε. Τις σπαρταριστές ατάκες – προτροπές και τα συνθήματα του στη διάρκεια των προπονήσεων αλλά και των αγώνων, που ακόμα και σήμερα ηχούν στα αυτιά μας, τα γραπτά συνθήματα που κοσμούσαν τους χώρους των αποδυτηρίων, τις σπαρταριστές και γαργαλιστικές ιστορίες που επινοούσε για να εμψυχώσει τους ποδοσφαιριστές του λίγο πριν ή στο διάλλειμα των αγώνων, τις σταφίδες που τους τάιζε για να τους μεταδώσει σωματική και ψυχολογική ενέργεια, την θεαματική έναρξη των σπουδαίων φιλικών συναντήσεων με την μπάλα να πέφτει στο γήπεδο από στρατιωτικού βεβαίως ελικοπτέρου ή τα απίστευτα αποφθέγματά του που έγραψαν ιστορία. Μοναδικός έμεινε ο τρόπος με τον οποίο ο Γιάννος προσπαθούσε να νουθετήσει τους ποδοσφαιριστές του. Αυτές οι νουθεσίες περιελάμβαναν ολίγον από ελληνική αρχαιότητα, ολίγον από χριστιανισμό, και πολύ περισσότερο τα πιο απόκρυφα σημεία της ανατομίας του γυναικείου σώματος και την ίδια την σεξουαλική πράξη, για την οποία συνιστούσε στους αθλητές του φειδώ και εγκράτεια… Αν δε όλα αυτά συνδυαστούν με τους αμίμητους μορφασμούς και τις χειρονομίες του, μπορεί κανείς να καταλάβει γιατί το πάντοτε παρόν και απαραίτητο κοινό έμενε άναυδο ή ξεσπούσε σε ασταμάτητα γέλια, ενώ εκείνος στρεφόταν προς αυτό, αποζητώντας την συναίνεση και την επιβράβευσή του. Μέρα Κυριακή, στις 18 του Σεπτέμβρη του 2016, ο Ιωάννης Κατσαντώνης, πλήρης ημερών, εγκατέλειψε τα εγκόσμια στην Θεσσαλονίκη, στην πόλη στην οποία έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Ο Γιάννος όμως, ο θρυλικός Γιαννάκος του Σιδηροκάστρου, δεν έφυγε ακόμα και μου φαίνεται πως θα αργήσει να το κάνει. Θα μείνει για καιρό στις ψυχές των ανθρώπων που είχαν την τύχη να συνυπάρξουν μαζί του και να τον απολαύσουν στη περίοδο της δόξας του στο Σιδερένιο Κάστρο, αλλά και εκείνων που ακόμα και σήμερα παίρνουν μια γεύση από τον απόηχο που άφησε το πέρασμά του από τη μικρή μας πόλη.
Αντώνης Νικ. Φελεσάκης