Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2018

ΣΤΗΝ ΜΑΝΑ ΤΗ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ


Αν είχεν έζηες μάνα μου, κι ίντα καλό στον κόσμο
να σ΄ άνεμίζω ζωντανή κι έγνοια γλυκειά να σ΄ έχω
κι ως πρώτα να συχνόρχομαι να σε θωρώ να αστράφτεις
κι απόξω από την πόρτα σου να σε γροικώ να λέεις
χίλια καλώς εκόπιασες, υγιέ μου ευκισμένε
και να αγκαλιοζομάστονε στου σοκακιού τη μέση.
Να μπαινοβγώ στο σπίτι μας, να ιδώ νοικοκεράτα
και να φραθώ τσι μυρωδιές κανέλλας και βαρσάμου
τσι μόσκους απ΄ τα φούλια σου και τα γαρέφαλα σου
και να γευτώ τσι κόπους σου  χίλια καλολοείδια.
Να θέσω στα σεντόνια σου που ν΄ άσπρα σαν τα χιόνια
ολάσπρα κι εφτακάθαρα χιλιομπουγαδιασμένα
στο μαξελάρι μάνα μου το ψιλοκεντημένο
στο στρώμα με τα πούπουλα τ΄ αναφουφουδωμένο
να νιώθω σαν τον άρχοντα τον ύπνο να χορτάσω.
Να γνώσω να σε σκιάζομαι να μπαίνεις και να βγαίνεις
και σαν το γάτη να πατείς τσι μύτες των ποδιώ σου,
να δεις αν εμετάπνησα κι αν είμαι ξυπνημένος,
να κάτσεις εκειά που κείτομαι στην άκρη το κρεββάτι
να μου χαϊδεύεις την κεφαλή και να μου κουβεδιάζεις
κι ως τότε να με αναρωτάς αν δυστυχώ στα ξένα
κι ο ένας τ΄ αλουνού ν΄ ανοίγομε διάπλατα την καρδιά μας.
Να σε θωρώ να στέκεσαι στα εικονίσματα μας,
το καντηλάκι απόβραδο να ΄φτεις και να θυμιάζεις
τς  Άγίους να παρακαλείς στα ξένα να με βλέπουν.
Να φεύγω και να χωστοκλαίς και να μου παραγγένεις
να μου μαζώνεις λιχουδιές και να τσι κατασταίνεις
και το καλάθι ξέχειλο με νοστιμιές κι αγάπη
να μου το δίνεις μάνα μου μαζί με την ευκή σου
ευκή κι αγάπη όπου στη γης άλλη καμιά δεν είναι...

της Ευτυχίας Δεσποτάκη